Την ώρα που οι μεγαλοξενοδόχοι και λοιποί επιχειρηματίες στον κλάδο του επισιτισμού-τουρισμού τρίβουν τα χέρια τους για τους ρυθμούς με τους οποίους κινούνται και φέτος οι τουριστικές ροές με κύρια πηγή προέλευσης τις χώρες του εξωτερικού, για τους χιλιάδες εργαζομένους της «βαριάς βιομηχανίας» της χώρας, με τη δουλειά των οποίων χτίζεται η κερδοφορία των πρώτων, η κατάσταση είναι ολότελα διαφορετική.
Οι -επί το πλείστον- νέοι και νέες που αναγκάζονται να βγουν στο μεροκάματο της λεγόμενης σεζόν, έρχονται αντιμέτωποι με συνθήκες γαλέρας, τις οποίες έχουμε συχνά σχολιάσει, προβάλλοντας τις κινητοποιήσεις και τις διεκδικήσεις των ταξικών συνδικάτων του κλάδου.
Μαζί με τους εργαζόμενους του τουρισμού βέβαια, στενάζουν και τα λαϊκά νοικοκυριά. Γι' αυτό άλλωστε το 50% των Ελλήνων φέτος δεν θα μπορέσει να ταξιδέψει ούτε για ένα σαββατοκύριακο. Είναι εμφανές, πώς μία ακόμα κοινωνική ανάγκη, πνίγεται έτσι μέσα στα ασφυκτικά όρια που της θέτει το σύστημα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, το οποίο μετατρέπει τις διακοπές σε είδος πολυτελείας.
Αντίθετα με την τωρινή πραγματικότητα, όπου ο τουρισμός θεωρείται προνόμιο, στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης τον 20ο αιώνα, ο συνδυασμός, διακοπών, αναψυχής, ψυχαγωγίας, κ.λπ. αποτελούσε δικαίωμα του λαού και μάλιστα συνταγματικά κατοχυρωμένο, ενώ και η ίδια η ουσία των διακοπών είχε εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο σε σχέση με τις αντίστοιχες διακοπές στον καπιταλισμό.
Στον σοσιαλισμό, η ξεκούραση έπαιρνε τον χαρακτήρα της ποιοτικής αναψυχής, που αναβάθμιζε τον εργαζόμενο πολιτισμικά, μορφωτικά, τον ξεκούραζε σωματικά και πνευματικά ύστερα από μήνες κοπιαστικής εργασίας. Αρκετά συχνά ακόμα, η αναψυχή συνδυαζόταν και με προγράμματα ιατρικής περίθαλψης και πρόληψης. Στις χώρες του σοσιαλισμού διαμορφώθηκε ουσιαστικά μια ολόκληρη κουλτούρα γύρω από την ανάγκη και το περιεχόμενο των διακοπών, τέτοια που απομεινάρια της μπορεί κανείς να βρει και σήμερα.
Αναγνωρίζοντας την σημασία της ποιοτικής ξεκούρασης από την εργασία, η νεαρή σοβιετική εξουσία από την αρχή της εδραίωσής της κι ενόσω ακόμα πάλευε με την αντεπανάσταση, μόλις το 1920, προχώρησε στην ίδρυση του πρώτου αναπαυτηρίου στην Αγ. Πετρουπολη, ενώ μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '40, υπήρχαν στην ΕΣΣΔ χιλιάδες σανατόρια που προσέφεραν ένα σύνολο κοινωνικών παροχών. Τα σανατόρια, υπήρξαν οι χώροι εκείνοι στους οποίους οι εργαζόμενοι ξεκουράζονταν και θεραπεύονταν, στα πλαίσια οργανωμένων προγραμμάτων, υπό την ενορχήστρωση και αιγίδα του λαϊκού κράτους.
Για τις διακοπές υπήρχε συνταγματική, νομική πρόβλεψη και αντίστοιχη διάταξη. Συγκεκριμένα, το άρθρο 119 του Συντάγματος διασφάλιζε αυτό το δικαίωμα. Πώς εκφραζόταν αυτό; Στην πράξη υπήρχε παροχή ετησίων πληρωμένων αδειών κι η συνεχής φροντίδα του εργατικού κράτους για τη διεύρυνση του δικτύου των πολιτιστικών, μορφωτικών και αναζωογονητικών ιδρυμάτων, την ανάπτυξη του μαζικού αθλητισμού, της φυσικής αγωγής και του τουρισμού. Παροχές, τις οποίες κανένα αστικό κράτος δεν θέλει και δεν μπορεί από την ίδια του την ουσία να διασφαλίσει.
Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, άρχισαν να αναπτύσσονται τα παραθεριστικά κέντρα. Μολονότι η χώρα είχε περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες και λόγω του εμφυλίου πολέμου που μαινόταν, δίνονταν γενναία κονδύλια για την ανάπτυξη του συστήματος των θεραπευτηρίων. Το 1919 ο ίδιος ο Λένιν υπέγραψε Διάταγμα για την εκχώρηση όλων των παραθεριστικών ιδρυμάτων και θεραπευτηρίων στην ιδιοκτησία της Σοβιετικής Δημοκρατίας. Αξίζει εδώ να σημειωθεί, πώς την ίδια περίοδο στις καπιταλιστικές χώρες, όπως την Ελλάδα, ο τουρισμός αποτελούσε προνομιακό πεδίο μόνο της ισχυρής ελίτ, και κυρίως των ανδρών («Έρευνες για τον τουρισμό στην Ελλάδα και την Κύπρο», Μουτάφη Βασιλική, εκδ. Προπομπός, 2002), ενώ αρχίζει σταδιακά να μαζικοποιείται μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στο μεταξύ, στη νεαρή ΕΣΣΔ, παλιές λουτροπόλεις και θεραπευτήρια άρχισαν να λειτουργούν για τη θεραπεία και ξεκούραση των εργαζομένων, ενώ παράλληλα χτίζονταν και νέες εγκαταστάσεις. Κατά τη ναζιστική επίθεση και τον Πατριωτικό Πόλεμο που ακολούθησε, καταστράφηκαν πολλά μεγάλα θεραπευτήρια της χώρας, τα οποία όμως ανοικοδομήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την αντιφασιστική νίκη, το 1945.
Θεραπευτήρια και σανατόρια βρίσκονταν απ' άκρη σ'άκρη της Σοβιετικής Ένωσης. Από την Κριμαία και τον Καύκασο, μέχρι την Σιβηρία και τις Κεντροασιατικές Δημοκρατίες. Στο σοβιετικό κράτος είχε συγκεντρωθεί το πιο ευρύ δίκτυο δημόσιων παραθεριστικών ιδρυμάτων στον κόσμο. Επίσης, αρκετά από τα σανατόρια αξιοποιήθηκαν και ως εξειδικευμένα θεραπευτικά ιδρύματα πρόληψης διάφορων ασθενειών.
Τα εισιτήρια για τα σανατόρια διανέμονταν από τα συνδικάτα, ενώ τουλάχιστον τα μισά από τα εισιτήρια για τουριστικά θέρετρα που δίνονταν σε εργάτες και υπαλλήλους ήταν είτε δωρεάν, είτε με προπληρωμένο το 30% του κόστους τους από το κράτος, από τον προϋπολογισμό των υπηρεσιών κοινωνικής ασφάλισης ή υγειονομικής περίθαλψης. Συνολικά την περίοδο των διακοπών, ξοδεύονταν προσεγγιστικά το 20 - 25% του μηνιαίου μισθού, κάτι που φαντάζει αδιανόητο στις καπιταλιστικές συνθήκες ζωής. Το φαγητό καθώς και τα εισιτήρια για τον κινηματογράφο και το θέατρο κόστιζαν ελάχιστα, το ίδιο και τα έξοδα για την μετακίνηση, είτε με ιδιωτικό είτε με δημόσιο μέσο.
Οι μέρες ξεκούρασης των εργαζομένων μπορούσαν να αγγίξουν και τις 24 εργάσιμες, που μαζί με τις αργίες έφταναν τον μήνα. Επιπρόσθετα, πέρα από τις κανονικές μέρες της προβλεπόμενης ετήσιας άδειας, στην ΕΣΣΔ δίνονταν επιπλέον μέρες σε ειδικές κατηγορίες πολιτών, όπως π.χ. σε νέους εργαζόμενους κάτω των 19, σε αναπήρους, σε εργαζόμενους σε ανθυγιεινές εργασίες και απομακρυσμένες περιοχές, φτάνοντας έως και τις 48 εργάσιμες μέρες.
Ως προς την τουριστική κίνηση, αυτή ήταν τεράστια, και ασφαλώς αυτό οφειλόταν στον δημόσιο, καθολικό, φθηνό και ποιοτικό χαρακτήρα των διακοπών. Εκατομμύρια σοβιετικοί πήγαιναν διακοπές στα σανατόρια, στα θεραπευτήρια, στα θέρετρα, σε τουριστικά ταξίδια. Για τα παιδιά και τη νεολαία, υπήρχε εξειδικευμένη μέριμνα και στοχευμένα ψυχαγωγικά προγράμματα. Πιο διεξοδικά, λειτουργούσαν έως και 40 χιλιάδες παιδικές κατασκηνώσεις, όπου υποδέχονταν περίπου 10 εκατομμύρια παιδιά ετησίως, εντελώς δωρεάν ή αντί ελάχιστου αντιτίμου. Οι κατασκηνώσεις, κάλυπταν ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, καθώς ο νέος μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα σε αθλητικές, τουριστικές, εργατικές, στρατιωτικές, κ.λπ.
Ξεχωριστή φροντίδα δινόταν για τους φοιτητές, που είχαν τις δικές τους κατασκηνώσεις, ενώ πολλοί από αυτούς επέλεγαν ένα μέρος των διακοπών τους να το περάσουν δουλεύοντας σε φοιτητικές κολεκτίβες.
Παρά τις αδυναμίες και τα λάθη της πρώτης απόπειρας του ανθρώπου να χτίσει την σοσιαλιστική κοινωνία, όλα τα παραπάνω ήταν καθημερινότητα για εκατοντάδες εκατομμύρια πολιτών που ζούσαν στην ΕΣΣΔ και τις άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης πριν μισό αιώνα! Ενώ για τον σημερινό εργαζόμενο εργαζόμενο στον καπιταλισμό είναι άπιαστο ή πανάκριβο όνειρο. Αν κάτι αναδεικνύεται από όσα περιγράψαμε παραπάνω είναι ότι σήμερα κάθε άλλο παρά παρωχημένη είναι η πάλη αφενός για το δικαίωμα στον τουρισμό και αφετέρου για την διασφάλιση των δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους του κλάδου.
Αυτές οι διεκδικήσεις του σήμερα σκιαγραφούν και το αναγκαίο αύριο για τους εργαζόμενους και τη νεολαία, για να διασφαλιστούν οι όροι ικανοποίησης των σύγχρονων κοινωνικών και λαϊκών αναγκών. Η προοπτική υπέρ των εργατικών λαϊκών συμφερόντων είναι στον αγώνα για την εργατική εξουσία, για τη κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία, για τη μετατροπή σε κοινωνική ιδιοκτησία όλων των μεγάλων ξενοδοχειακών και τουριστικών εγκαταστάσεων, για μια ζωή με σύγχρονα δικαιώματα, στην εργασία, την αναψυχή, τις διακοπές, την υγεία κλπ.
Λ.Σ.
Πηγή : 902.gr